Η πολιτική του φόβου: Μια Κριτική Ανάλυση Λόγου στα «ιδεολικά» κείμενα της Χρυσής Αυγής
Η ρητορική του μίσους που προβάλλεται από τη σύγχρονη λαϊκιστική ακροδεξιά στην Ευρώπη καλλιεργεί το φόβο και δαιμονοποιεί κάθε είδους ετερότητα, ενώ η διάχυση αυτής της ρητορικής στο δημόσιο λόγο «κανονικοποιεί» την πολιτική του φόβου στο πολιτικό σύστημα και συμβάλλει στην υιοθέτηση (ξενο/ομο-) φοβικών κοινωνικών πρακτικών. Στην παρούσα μελέτη επιχειρείται μια κριτική ανάλυση λόγου στα «ιδεολογικά» κείμενα της Χρυσής Αυγής, ενός από τα πιο ακραία κόμματα της Ευρώπης. Συγκεκριμένα, μέσα από την ανάλυση δεκαεπτά ιδεολογικών κειμένων της περιόδου 2012-2013, θα επιχειρηθεί η διερεύνηση των τρόπων οικοδόμησης του φόβου μέσω του λόγου, με στόχο την ανάδειξη του ως ενός βασικού εργαλείου χειραγώγησης της πολιτικής τους προπαγάνδας. Το θεωρητικό πλαίσιο και τα ερευνητικά εργαλεία για τη συγκεκριμένη ανάλυση, αντλήθηκαν από τη λογοϊστορική προσέγγιση της ομάδας της Βιέννης με επικεφαλής τη Ruth Wodak. Όπως αναδείχθηκε από τις κατηγορίες διερεύνησης των κεντρικών επιχειρημάτων – «τόπων» – των κειμένων, ο λόγος της Χρυσής Αυγής συστηματικά οικοδομεί το φόβο πάνω σε φανταστικούς ή πραγματικούς κινδύνους, αντλώντας περιεχόμενο από τους λόγους περί κρίσης, τη μυθική εθνική ταυτότητα και τις περίπλοκες κοινωνικοπολιτικές συνθήκες της ελληνικής κοινωνίας, ενώ ταυτόχρονα στοχοποιεί ομάδες ή άτομα ως «αποδιοπομπαίους τράγους», αναδεικνύοντας τις πράξεις τους ως απειλητικές ή ζημιογόνες για το «Εθνικό Εμείς». Παράλληλα, η αναβίωση του ακραίου ιδεολογήματος της καθαρότητας του αίματος- «κοινό αίμα, κοινή φυλή, κοινό έθνος» – και η κατασκευή μιας γιγαντιαίας απειλής «παρασίτων» [sic], εγείρουν την αναγκαιότητα προστασίας από τους «σωτήρες» Χρυσαυγίτες.